Πέμπτη 7 Ιουλίου 2022

Jean-François Brient | Σύγχρονη δουλεία

«Η αισιοδοξία μου, βασίζεται στη βεβαιότητα ότι αυτός ο πολιτισμός θα καταρρεύσει.

Η απαισιοδοξία μου, σε όλα αυτά που κάνει για να μας τραβήξει στην πτώση του»


 

Λίγα λόγια του Jean-François Brient για τον σύγχρονο δούλο…

»…Για να εισέλθεις στον κόσμο της φρενήρους κατανάλωσης,  χρειάζονται χρήματα και για να αποκτήσεις χρήματα, πρέπει να εργαστείς δηλαδή να πουληθείς. Το κυρίαρχο σύστημα έκανε την εργασία κύρια αξία του. Και οι δούλοι πρέπει πάντα να εργάζονται όλο και πιο πολύ  για να πληρώσουν με δάνειο την θλιβερή ζωή τους.  Εξαντλούνται στην εργασία, χάνουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωτικής τους δύναμης και βιώνουν τις χειρότερες ταπεινώσεις. Περνούν όλη τους τη ζωή κάνοντας μια κουραστική και βαρετή δραστηριότητα,  για το κέρδος μερικών.

Η εφεύρεση της σύγχρονης ανεργίας είναι εδώ για να τους φοβίζει και να τους κάνει να ευχαριστούν ασταμάτητα την εξουσία για τη γενναιοδωρία της απέναντι τους. Τι θα μπορούσαν να κάνουν χωρίς αυτό το μαρτύριο που είναι η εργασία;  Και αυτές οι απομονωτικές δραστηριότητες,  παρουσιάζονται ως απελευθέρωση. Τι παρακμή και δυστυχία!

Πάντα βιαστικά, υπό την πίεση ενός χρονομέτρου ή ενός μαστιγίου, κάθε κίνηση των δούλων υπολογίζεται έτσι ώστε να αυξηθεί η παραγωγή.  Η επιστημονική οργάνωση της εργασίας θέτει την ίδια ουσία με εκείνη της απαλλοτρίωσης των εργαζομένων, τόσο στον καρπό της εργασίας τους όσο και στο χρόνο που καταναλώνουν στην αυτόματη παραγωγή των προϊόντων και των υπηρεσιών.   Ο ρόλος του εργαζόμενου μπερδεύεται με εκείνο μιας εργοστασιακής μηχανής,  ενός υπολογιστή γραφείου. Ο χαμένος χρόνος δεν επιστρέφει πλέον.

Και έτσι, κάθε εργαζόμενος έχει αναλάβει μια επαναλαμβανόμενη εργασία, διανοητική ή φυσική. Είναι ειδικός στο τομέα παραγωγής του. Αυτή η ειδικότητα βρίσκεται σε όλο τον κόσμο μέσω του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας. Η ιδέα συλλαμβάνεται στη Δύση, παράγεται στην Ασία και πεθαίνει στην Αφρική.

Η υπακοή έχει γίνει η δεύτερη φύση του. Υπακούει χωρίς να γνωρίζει το γιατί, μόνο γιατί ξέρει πως πρέπει. Υπακοή, παραγωγή και κατανάλωση,  ορίστε το τρίπτυχο που κυριαρχεί τη ζωή του. Υπακούει στους γονείς του, στους καθηγητές του, στα αφεντικά του, στους ιδιοκτήτες του, στους εμπόρους του.   Υπακούει στο νόμο και στις δυνάμεις ασφαλείας. Υπακούει σε όλες τις εξουσίες  γιατί δεν γνωρίζει να κάνει τίποτα άλλο. Η ανυπακοή τον τρομοκρατεί περισσότερο απ’ όλα, γιατί η ανυπακοή είναι ο κίνδυνος, η περιπέτεια, η αλλαγή.  Όπως το παιδί πανικοβάλλεται όταν χάνει από τα μάτια του τους γονείς του, ο σύγχρονος δούλος είναι χαμένος  δίχως την εξουσία που δημιούργησε.

Έτσι συνεχίζει να υπακούει. Είναι ο φόβος που μας μετατρέπει σε δούλους,   και που μας κρατάει σε αυτή την κατάσταση.   Υποτασσόμαστε στους κυρίαρχους του κόσμου, δεχόμαστε αυτή τη ζωή της ταπείνωσης και της δυστυχίας  από φόβο.

Ωστόσο, διαθέτουμε τη δύναμη στους αριθμούς απέναντι σ’ αυτή τη μειοψηφία που κυβερνά.  Η δική τους δύναμη, δεν προέρχεται από την αστυνομία αλλά από τη συγκατάθεση μας. Δικαιολογούμε τη δειλία μας απέναντι στη νόμιμη αντιπαράθεση με   τις δυνάμεις που μας καταπιέζουν με μια ομιλία γεμάτη ανθρωπιστική ηθικολογία. Η άρνηση επαναστατικής βίας είναι ριζωμένη στα μυαλά  εκείνων που αντιτίθενται στο σύστημα, στο όνομα των αξιών που το ίδιο μας δίδαξε. Μα η εξουσία δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τη βία όταν πρόκειται για τη διατήρηση της ηγεμονίας της.

Όπως όλα τα καταπιεσμένα όντα της ιστορίας,  ο σύγχρονος δούλος έχει ανάγκη τον μυστικισμό και τον θεό του  για να αναισθητοποιήσει το κακό που τον ταλαιπωρεί  και τη δυστυχία που τον κατακλύζει. Αλλά αυτός ο νέος θεός, στον όποιο παρέδωσε την ψυχή του, δεν είναι παρά ένα τίποτα.  Ένα κομμάτι χαρτί, ένας αριθμός που έχει νόημα  μόνο επειδή όλος ο κόσμος αποφάσισε να του το δώσει.  Γι’ αυτό το νέο θεό εκπαιδεύεται, εργάζεται, αγωνίζεται και πωλείται. Γι’ αυτό το νέο θεό παρατάει κάθε αξία και είναι έτοιμος να κάνει το οτιδήποτε. Πιστεύει πως έχοντας πολλά χρήματα,  θα ελευθερωθεί από τους περιορισμούς που τον συγκρατούν. Σαν να μπορούσε η κατοχή να ταιριάξει με την ελευθερία.  Η απελευθέρωση είναι ένας ασκητισμός που έρχεται με τον αυτοέλεγχο.  Είναι μια επιθυμία και μια προθυμία για δράση.  Είναι στο «είναι» και όχι στο «έχειν».  Αλλά θα πρέπει να καθορίζεται στο να μην υπηρετεί, να μην υπακούει.  Ακόμα θα πρέπει να είναι ικανός να σπάσει τη ρουτίνα, κάτι που κανείς, φαίνεται, δεν τολμά να κάνει.

Μπροστά στην καταστροφή του πραγματικού κόσμου, το σύστημα χρειάζεται να αποικίσει το σύνολο των συνειδήσεων των δούλων. Έτσι, στο κυρίαρχο σύστημα, από μικρή ηλικία, η καταστολή παίρνει τη μορφή αποτροπής  και χρησιμοποιείται για την εκπαίδευση των δούλων. Πρέπει να ξεχάσουν την δουλοπρεπή κατάσταση τους,  την φυλακή τους και την θλιβερή ζωή τους.  Αρκεί να δει κανείς αυτό το υπνωτισμένο πλήθος  μπροστά στις οθόνες που συνοδεύουν την καθημερινή τους ζωή.  Εξαπατούν την μόνιμη δυσαρέσκεια τους μέσω της πειραγμένης αντανάκλασης μιας ονειρεμένης ζωής, με χρήματα, δόξα και περιπέτεια. Όμως τα όνειρα τους είναι το ίδιο οδυνηρά με τη θλιβερή ζωή τους.

Υπάρχουν εικόνες για όλους και παντού,  φέρουν το ιδεολογικό μήνυμα της σύγχρονης κοινωνίας  και χρησιμοποιούνται ως όργανο ενοποίησης και προπαγάνδας.

Αναπτύσσονται όσο ο άνθρωπος αφαιρείται από τον κόσμο του και τη ζωή του.  Το παιδί είναι ο πρωταρχικός στόχος αυτών των εικόνων,  έτσι ώστε να κοπεί η ελευθερία από τη ρίζα της.  Πρέπει να γίνουν ηλίθια και να αφαιρεθεί κάθε μορφή προβληματισμού και κριτικής. Όλα αυτά, γίνονται βέβαια με τη ανησυχητική βοήθεια των γονιών που προσπαθούν πλέον να αντισταθούν στη συνδυασμένη δύναμη πυρός όλων των σύγχρονων μέσων επικοινωνίας. Οι ίδιοι αγοράζουν τα απαραίτητα αγαθά για την υποδούλωση των απογόνων τους.  Αφήνουν την εκπαίδευση στα χέρια τους συστήματος αποκλεισμού και μετριότητας.

Υπάρχουν εικόνες για όλες τις ηλικίες και για όλες τις κοινωνικές τάξεις.  Και οι σύγχρονοι δούλοι συγχέουν αυτές τις εικόνες με την κουλτούρα και μερικές φορές με την τέχνη.  Κάνουν έκκληση στα πιο άθλια ένστικτα  για να πουλήσουν τα αποθέματα εμπορευμάτων. Η γυναίκα, διπλή σκλάβος στη σημερινή κοινωνία,  πληρώνει το μεγάλο τίμημα.  Κατέληξε να είναι ένα αντικείμενο κατανάλωσης.  Η εξέγερση έγινε και αυτή μια εικόνα που πωλείται ώστε να καταστρέψει καλύτερα το ανατρεπτικό δυναμικό.  Η εικόνα είναι πλέον ο πιο απλός και αποτελεσματικός τρόπος επικοινωνίας. Χτίζουν μοντέλα, κακοποιούν τις μάζες, λένε ψέματα, απογοητεύουν.  Διαδίδουν την ιδεολογία της κατανάλωσης μέσω εικόνων,  γιατί πρόκειται ακόμα και πάντα για τον ίδιο στόχο:  η πώληση, τρόπων ζωής ή προϊόντων,  συμπεριφορών ή αγαθών, οτιδήποτε, αρκεί να υπάρχει πάντα πώληση.

Η σύγχρονη δουλεία είναι μια εθελοντική δουλεία, που χορηγείται από το πλήθος των δούλων, που σέρνονται στην επιφάνεια της γης. Οι ίδιοι αγοράζουν όλα τα αγαθά που πάντα τους υποδουλώνουν λίγο παραπάνω. Οι ίδιοι τρέχουν πίσω από μια εργασία, όλο και πιο αλλοτριωτική, η οποία πρόθυμα και γενναιόδωρα τους δίνεται, αν είναι αρκετά υπάκουοι. Οι ίδιοι διαλέγουν τους κύριους που θα πρέπει να υπηρετούν. Για να καταφέρει αυτή η παράλογη τραγωδία να τεθεί σε ισχύ, χρειάστηκε πρώτα απ’ όλα να αφαιρεθεί από τα μέλη αυτής της τάξης η συνείδηση της εκμετάλλευσης και της αποξένωσης τους. Ορίστε ο παράξενος νεωτερισμός της εποχής μας. Σε αντίθεση με τους δούλους της αρχαιότητας, τους δουλοπάροικους του Μεσαίωνα ή τους εργάτες των πρώτων βιομηχανικών επαναστάσεων, σήμερα, είμαστε μάρτυρες μιας τάξης ολοκληρωτικά υποταγμένης που όμως δεν το ξέρει ή μάλλον που δεν θέλει να το μάθει. Συνεπώς, αγνοούν την εξέγερση που θα έπρεπε να είναι η μόνη νόμιμη αντίδραση των εκμεταλλευμένων. Δέχονται χωρίς αμφισβήτηση, τη θλιβερή ζωή που χτίστηκε για εκείνους.  Η αποκήρυξη και η παραίτηση είναι η πηγή της δυστυχίας τους…»





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου